"Ordet" του Carl Theodor Dreyer (gr)
Ο Κάρλ Θίοντορ Ντράγιερ (Carl Theodor Dreyer) γεννήθηκε στις 3 Φεβρουαρίου του 1889 στην Κοπεγχάγη και πέθανε στην ίδια πόλη στις 20 Μαρτίου του 1968.
(Εικονίζεται στη μεσαία φωτογραφία της πρώτης σειράς και στις δυο -δεξιά και αριστερά- της δεύτερης σειράς)
Ήταν νόθος γιος της Ζόζεφιν Νίλσεν (Josefine Bernhardine Nilsson), μιας υπηρέτριας από τη Ν. Σουηδία .
Σε ηλικία δυο περίπου ετών υιοθετήθηκε από το ζεύγος Ντράγιερ, αποκτώντας το πλήρες όνομα του πατριού του, τυπογράφου στο επάγγελμα.
Η υιοθεσία ποτέ δεν ολοκληρώθηκε τυπικά, εξ αιτίας του αιφνίδιου θανάτου της πραγματικής του μητέρας, ενώ ήταν έγκυος στο δεύτερο (νόθο) παιδί της.
Δεν είναι βέβαιο αν ο Καρλ Θίοντορ πληροφορήθηκε ποτέ τις λεπτομέρειες της υιοθεσίας του (που έγιναν γνωστές μόλις στις αρχές του 1980 από την βιογραφία του Ντράγιερ, που έγραψε ο Maurice Drouzy,καθηγητής του Πανεπιστημίου της Κοπεγχάγης) και κατά πόσο αυτά τα περιστατικά (της υιοθεσίας) τον επηρέασαν στο έργο και τη ζωή του.
Οι θετοί γονείς του (όπως έλεγε ο ίδιος) παρότι του φερόντουσαν σκληρά του εξασφάλισαν καλή μόρφωση και του μετέδωσαν φιλελεύθερες,δημοκρατικές και προοδευτικές ιδέες.
Ήταν ένας ιδιαίτερα ευφυής μαθητής. Τελείωσε το σχολείο και το 1904 έφυγε από το σπίτι και δεν ξαναγύρισε. Η δύσκολη παιδική του ηλικία αποτυπώνεται έντονα στη θεματολογία των ταινιών που σκηνοθέτησε.
Η υιοθεσία ποτέ δεν ολοκληρώθηκε τυπικά, εξ αιτίας του αιφνίδιου θανάτου της πραγματικής του μητέρας, ενώ ήταν έγκυος στο δεύτερο (νόθο) παιδί της.
Δεν είναι βέβαιο αν ο Καρλ Θίοντορ πληροφορήθηκε ποτέ τις λεπτομέρειες της υιοθεσίας του (που έγιναν γνωστές μόλις στις αρχές του 1980 από την βιογραφία του Ντράγιερ, που έγραψε ο Maurice Drouzy,καθηγητής του Πανεπιστημίου της Κοπεγχάγης) και κατά πόσο αυτά τα περιστατικά (της υιοθεσίας) τον επηρέασαν στο έργο και τη ζωή του.
Οι θετοί γονείς του (όπως έλεγε ο ίδιος) παρότι του φερόντουσαν σκληρά του εξασφάλισαν καλή μόρφωση και του μετέδωσαν φιλελεύθερες,δημοκρατικές και προοδευτικές ιδέες.
Ήταν ένας ιδιαίτερα ευφυής μαθητής. Τελείωσε το σχολείο και το 1904 έφυγε από το σπίτι και δεν ξαναγύρισε. Η δύσκολη παιδική του ηλικία αποτυπώνεται έντονα στη θεματολογία των ταινιών που σκηνοθέτησε.
Εργάστηκε στην Τηλεγραφική Εταιρεία της Δανίας και σε ηλικία δεκαεννέα ετών σε εφημερίδα σαν δημοσιογράφος με ειδίκευση στην αεροπλοΐα. Μάλιστα έμαθε να πιλοτάρει αερόστατο, για να καλύπτει σωστά τα σχετικά θέματα.
Σαν δημοσιογράφος ασχολήθηκε επίσης με το δικαστικό ρεπορτάζ, τα αθλητικά, τα αεροπλάνα, τη θεατρική και κινηματογραφική κριτική. Επιτέθηκε σε όλες τις ταινίες που σχολίασε και εξύμνησε τους «Μοντέρνους Καιρούς» του Charlie Chaplin.
Το 1922 παντρεύτηκε τη μοναδική σύντροφο της ζωής Ebba Larsen και απέκτησε μαζί της δυο παιδιά.
Ο Ντράγιερ υπήρξε συντηρητικός, ιδεολογικά.Σύμφωνα με τον θεωρητικό και ιστορικό του κινηματογράφου Ντ. Μπόρντουελ (David Bordwell), «Ως νεολαίος ανήκε στο κόμμα των Κοινωνικά Φιλελευθέρων, μια συντηρητική ομάδα, ριζοσπαστική μόνο στην αντίθεσή της σε στρατιωτικές δαπάνες...» Ακόμα και όταν ήταν στην εφημερίδα Ekstrabladet, ο Ντράγιερ θυμάται ότι,« ήμουν συντηρητικός ... δεν πιστεύω στις επαναστάσεις. Έχουν, κατά κανόνα, το ανιαρό χαρακτηριστικό να κρατάνε την ανάπτυξη πίσω. Πιστεύω περισσότερο στην εξέλιξη, στις μικρές προόδους».
Είναι δημιουργός δεκατεσσάρων ασπρόμαυρων ταινιών μεγάλου μήκους:
1919 Ο Πρόεδρος (Præsidenten)
1920 Η Χήρα του Πάστορα (Prästänkan)
1921 Φύλλα από το Βιβλίο του Σατανά (Blade af Satans bog)
1921 Αγαπάτε Αλλήλους (Die Gezeichneten)
1922 Μια Φορά κι Έναν Καιρό (Der var engang)
1924 Μίκαελ (Mikaël)
1925 Ο Αφέντης του Σπιτιού (Du skal ære din hustru)
1926 Η Νύφη του Γκλόμνταλ (Glomdalsbruden)
1928 Τα Πάθη της Ζαν ντ’ Αρκ (Jeanne d'Arc lidelse og død)
1932 Βαμπίρ (Vampyr)
1943 Ημέρες Οργής (Vredens Dag)
1944 Δύο Ανθρώπινες Υπάρξεις (Två människor)
Είναι δημιουργός δεκατεσσάρων ασπρόμαυρων ταινιών μεγάλου μήκους:
1919 Ο Πρόεδρος (Præsidenten)
1920 Η Χήρα του Πάστορα (Prästänkan)
1921 Φύλλα από το Βιβλίο του Σατανά (Blade af Satans bog)
1921 Αγαπάτε Αλλήλους (Die Gezeichneten)
1922 Μια Φορά κι Έναν Καιρό (Der var engang)
1924 Μίκαελ (Mikaël)
1925 Ο Αφέντης του Σπιτιού (Du skal ære din hustru)
1926 Η Νύφη του Γκλόμνταλ (Glomdalsbruden)
1928 Τα Πάθη της Ζαν ντ’ Αρκ (Jeanne d'Arc lidelse og død)
1932 Βαμπίρ (Vampyr)
1943 Ημέρες Οργής (Vredens Dag)
1944 Δύο Ανθρώπινες Υπάρξεις (Två människor)
1955 Ο Λόγος (Ordet) (βραβεύτηκε με το Χρυσό Λιοντάρι στη Βενετία)
1964 Γερτρούδη (Gertrud)
Επίσης υπέγραψε και οκτώ ταινίες μικρού μήκους (ντοκιμαντέρ ή κατά παραγγελία).
Επίσης υπέγραψε και οκτώ ταινίες μικρού μήκους (ντοκιμαντέρ ή κατά παραγγελία).
Το πρώτο του φιλμ «Ο Πρόεδρος» (βασίστηκε – όπως και όλες οι ταινίες του- σε λογοτεχνικό ή θεατρικό έργο) και πραγματεύεται ένα προσφιλές θέμα του Ντράγιερ,που είναι η προδοσία της γυναίκας από τον άνδρα και επιτίθεται στους αστικούς θεσμούς της οικογένειας και της δικαιοσύνης. Ο πρόωρος θάνατος της πραγματικής του μητέρας και η απόσταση που πάντα ένιωθε από την μητριά του, τον οδηγούν στη συχνή επιλογή ως ηρωίδων γυναικών ηθικών, καταπιεσμένων, με ισχυρή την αίσθηση της αυτοθυσίας.
Παρόμοια στο δεύτερο φιλμ του «Φύλλα από το Βιβλίο του Σατανά» δείχνει τους μηχανισμούς καταπίεσης που προέρχονται από την πολιτική, την εκκλησία, και τη κοινωνία.
Η ταινία που του εξασφάλισε διεθνή φήμη και αναγνώριση σαν πολύ σημαντικού σκηνοθέτη είναι ο «Μίκαελ» βασισμένη σε μυθιστόρημα με θέμα τον έρωτα, την αφοσίωση και την αχαριστία.
Η ταινία που του εξασφάλισε διεθνή φήμη και αναγνώριση σαν πολύ σημαντικού σκηνοθέτη είναι ο «Μίκαελ» βασισμένη σε μυθιστόρημα με θέμα τον έρωτα, την αφοσίωση και την αχαριστία.
Η ταινία του «Τα Πάθη της Ζαν ντ’Αρκ» αποτελεί σταθμό στην ιστορία του βωβού κινηματογράφου, που υμνήθηκε διαχρονικά από τους κριτικούς, αλλά δεν έτυχε αποδοχής από το κοινό.
Η πρώτη ομιλούσα ταινία του Ντράγιερ είναι η «Βαμπίρ», μια σουρεαλιστική περιπλάνηση στο χώρο της φαντασίας και επιβεβαιώνει τη διάθεση του Ντράγιερ για πειραματισμό, αλλά και την επιθυμία του να αποτάξει την φήμη του «σκηνοθέτη των αγίων». Και αυτή του η ταινία δεν έχει ανταπόκριση από το κοινό με αποτέλεσμα να χρεοκοπήσει η εταιρεία παραγωγής του, γεγονός που – σε συνδυασμό με μια κρίση στο γάμο του- τον οδήγησε σε ψυχικό κλονισμό.
Μετά από αποχή έντεκα χρόνων επανέρχεται με μια από τις διάσημες ταινίες του «Μέρα Οργής» που βασίζεται σε θεατρικό έργο και θέμα την καταδίκη μιας γυναίκας που κατηγορείται από την Ιερά Εξέταση σαν μάγισσα.
Οι δυο τελευταίες του ταινίες ο «Λόγος» και η «Γερτρούδη» πραγματεύεται η πρώτη τον θρησκευτικό φανατισμό, την απουσία πίστης, και τη χρεωκοπία της θρησκείας και της επιστήμης απέναντι στον θάνατο και η δεύτερη δείχνει μια γυναίκα ελεύθερη, ασυμβίβαστη που απαιτεί την αληθινή και απόλυτη αγάπη.
Ο Ντράγιερ υπήρξε μια από τις μεγαλύτερες μορφές του κινηματογράφου, ένας από τους πιο αυθεντικούς δημιουργούς της έβδομης Τέχνης. Σκηνοθέτης αυστηρός, απαιτητικός και ασυμβίβαστος, μ’ ένα μοναδικό κινηματογραφικό ύφος. Γύρισε μόνο αυτές τις ταινίες σε πενήντα έξι χρόνια, καθώς υπήρξε ανυποχώρητος σε ότι αφορά στο καλλιτεχνικό του όραμα, γι’ αυτό και συγκρούστηκε με τους παραγωγούς, πληρώνοντας το τίμημα.
Ο στόχος του ήταν ξεκάθαρος απ’ την αρχή: «να αναπαράγω, με όση περισσότερη ειλικρίνεια μπορώ, συναισθήματα όσο γίνεται πιο ειλικρινά» γιατί ο κινηματογράφος «δεν σηκώνει πολύ λόγο ούτε πολλές λεπτομέρειες».
Ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για το διαφορετικό άτομο ως επίκεντρο της θεματολογίας του, το οποίο ξεχωρίζει από το σύνολο (με την έννοια του όχλου) και το οποίο γίνεται συχνά αντικείμενο διώξεων.
Ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για το διαφορετικό άτομο ως επίκεντρο της θεματολογίας του, το οποίο ξεχωρίζει από το σύνολο (με την έννοια του όχλου) και το οποίο γίνεται συχνά αντικείμενο διώξεων.
Οι γυναικείοι του χαρακτήρες αποτελούν ύμνο στο γυναικείο φύλο και η αγάπη είναι η μόνη λύση.
Στις ταινίες του, μέσω της αφαίρεσης και της αποκάθαρσης των δραματουργικών στοιχείων από καθετί περιττό, ανέδειξε το απολύτως απαραίτητο, το ουσιώδες, κινηματογραφώντας την εσωτερική και όχι την εξωτερική ζωή των ηρώων.
To ρηξικέλευθο έργο του Ντράγιερ, πάντα πιο μπροστά από την εποχή του, ήταν φυσικό να γίνει αντικείμενο παρανόησης και να παγιδευτεί –κακώς- σε μονομερείς θεολογικές ερμηνείες.
Τεχνικά οι ταινίες του Ντράγιερ είναι υποδείγματα λιτότητας και αυστηρότητας.
Λίγες κινήσεις, μεγάλης διάρκειας πλάνα, απαραίτητοι μόνο διάλογοι, προσοχή στη λεπτομέρεια, στην αληθοφάνεια και στην αλήθεια. Κινηματογραφούσε σε πραγματικούς χώρους, με ηθοποιούς ανάλογης ηλικίας με τους ρόλους τους και χωρίς ίχνος μακιγιάζ. Όλα αυτά είχαν συνέπεια το μεγάλο κόστος, τη μεγάλης διάρκειας προετοιμασία και κυρίως τον φόβο των παραγωγών να επενδύσουν σε έναν πραγματικό δημιουργό και αποτέλεσμα από το «Vampyr» και μετά να δημιουργεί μια ταινία ανά δέκα χρόνια (υπόψη ότι την ταινία του «Δυο Ανθρώπινες Υπάρξεις» του 1944, την έχει αποκηρύξει πλήρως).
O Ντράγιερ υπήρξε, πρώτα απ’ όλα, ένας εφευρέτης του κινηματογράφου, ένας πρωτοπόρος που σφυρηλάτησε το συντακτικό της κινηματογραφικής γλώσσας, βάζοντας τα θεμέλια της νέας τέχνης. Πολέμησε τον φανατισμό, τον θρησκευτικό δογματισμό, τη μισαλλοδοξία, την προκατάληψη και υπερασπίστηκε τη μοναδικότητα του ατόμου και το δικαίωμα της εξέγερσης ενάντια σε κάθε μορφή εξουσίας.
H αλήθεια και το εσωτερικό φως των ταινιών του, αποτελούν μια κορυφαία κατάκτηση της παγκόσμιας καλλιτεχνικής κληρονομιάς.
Η ταινία :
Η ταινία :
Το 1955, ο Ντράγιερ θα σκηνοθετήσει το απόλυτο αριστούργημά του, την ταινία «Ο Λόγος», βασισμένη στο ομώνυμο θεατρικό έργο του Κaj Munk. Η ταινία συνδυάζει μια ιστορία αγάπης, με την σύγκρουση γύρω από την μισαλλοδοξία και την πραγματική πίστη. Οι ζωές όλων σε αυτή την ταινία εξαρτώνται εξ ολοκλήρου από τη θρησκεία.
Θα μπορούσε να δειχθεί σε οποιαδήποτε εκκλησία του κόσμου, με λίγες προσαρμογές στους υπότιτλους. Ο Ντράγιερ όμως –που δεν ήταν ιδιαίτερα θρησκευόμενος- με αυτή τη ταινία δεν ήθελε να κάνει προσηλυτισμό. Απλώς ήθελε να «δει» και να «δείξει».
Η ταινία κέρδισε το Χρυσό Λιοντάρι στο 16ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας, και ήταν η μόνη ταινία του Ντράγιερ, η οποία είχε οικονομική επιτυχία. Ο «Λόγος» θεωρείται, πλέον, από πολλούς κριτικούς ως μοναδικό αριστούργημα, ιδιαίτερα στον τομέα της κινηματογραφίας (cinematography).
Μία αμιγώς μεταφυσική ταινία που πραγματεύεται τα διαφορετικά θρησκευτικά πιστεύω σε αντίθεση με την αληθινή Πίστη. Αυτήν εκπροσωπεί ένας πρώην φοιτητής της θεολογίας που έχει εγκαταλείψει τις σπουδές του, γιατί ανακάλυψε ότι δεν υπήρχε η αλήθεια μέσα τους, και γι’ αυτό θεωρείται τρελός από την οικογένειά του.
Μια ταινία με εξαίρετους ηθοποιούς, απλό ντεκουπάζ με μετωπικές λήψεις. Η αλήθεια του πρώην φοιτητή αποκαθίσταται στο φινάλε της ταινίας με μια πράξη βαθιάς Πίστης.
Ο Ντράγιερ τολμά να κάνει φινάλε στην ταινία μ’ ένα θαύμα, και το κοινό της δεκαετίας του ’50 ανταποκρίνεται με ενθουσιασμό.
Η λιτότητα στη γραφή και στο κάδρο, η χρήση του φωτός και της σκιάς, το λευκό που κυριαρχεί στο δωμάτιο στο φινάλε του Λόγου, συνθέτουν την αισθητική ενός αρχαϊσμού που συναντάμε στους βόρειους ευρωπαϊκούς λαούς.
Σημαντικό ρόλο παίζει ο φωτισμός που έρχεται από πολλές διαφορετικές πηγές γεμίζοντας τον χώρο με περιοχές άλλοτε σκιασμένες, άλλοτε φωτισμένες. Το συγκεντρωτικό φως κατευθύνεται και στρέφεται στα πρόσωπα των ηρώων, καθιστώντας την παρουσία τους κεντρική και κρίσιμη. Τα πρόσωπα μοιάζουν να αναδύονται μέσα από το σκοτάδι του χώρου γύρω τους.
Μέσα από τη σύνθεση των κινήσεων της κάμερας, τις παύσεις και τις σιωπές, τα βλέμματα και τις φωτοσκιάσεις αναδύονται οι εντάσεις, οι διαθέσεις και τα νοήματα εκείνα, που προκύπτουν μονάχα όταν η πραγματικότητα υποσκάπτεται ή συμπληρώνεται από τη σχέση της με την ονειρική ζωή.
Το αποτέλεσμα είναι ένας μαγικός ρεαλισμός.
πηγές :
-Πλάτων Ριβέλλης " Η φανερή γοητεία και η κρυφή συγκίνηση του κινηματογράφου"
-wikipedia
-camerastyloonline.wordpress
-cine.gr
-mubi.com
-rogerebert.com
-vallysdiary.blogspot
-imdb
-youtube