"Persona" του Ingmar Bergman (GR)


Ο Ίνγκμαρ Μπέργκμαν  (Ingmar Bergman) γεννήθηκε στις 14 Ιουλίου του 1918 στην Uppsala της Σουηδίας 
και πέθανε στο σπίτι του, στο νησάκι Φόρε της Σουηδίας στις 30 Ιουλίου 2007.

Είναι δημιουργός 44 ταινιών (30 ασπρόμαυρες και 15 έγχρωμες. 
(Η ασυμφωνία στη πρόσθεση οφείλεται στο ότι,  η ταινία «Aus dem Leben der Marionetten/Από τη ζωή των μαριονετών» του 1980,γυρίστηκε και ασπρόμαυρη και έγχρωμη). 

Η πρώτη του ταινία είναι η "Kris/Κρίση" (1946) και η τελευταία του-για τον κινηματογράφο- 
το "Larmar och gor sig till/Συντροφιά με έναν κλόουν"(1977). 
Ο δημιουργικός του κύκλος έκλεισε με την ταινία "Saraband" (2003) για την τηλεόραση.

Οι βραβευμένες ταινίες του είναι :

-"Sommarnattens leende/Χαμόγελα καλοκαιρινής νύχτας" (1955) (Ειδικό Βραβείο στις Κάννες).
-"Det sjunde inseglet/Η έβδομη σφραγίδα" (1957) (Ειδικό Βραβείο στις Κάννες).
-“Smultronstallet/Αγριοφράουλες" (1957) (Χρυσή Άρκτος στο Βερολίνο).
-"Nära livet/Στο κατώφλι της ζωής" (1958) (Βραβείο σκηνοθεσίας στις Κάννες).
-"Ansiktet/Πρόσωπο" (1958) (Ειδικό Βραβείο Επιτροπής στη Βενετία).
-"Jungfrukällan /Η πηγή των παρθένων" (1960) (Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας).
-"Såsom I en spegel/Μέσα από τον καθρέπτη σκοτεινά" (1961) (Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας).
-"Fanny och Alexander/Φάνυ και Αλέξανδρος" (1982) (Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας).

Ο πατέρας του ήταν Λουθηρανός πάστορας.Είχε μια αδελφή και έναν αδελφό. 
Η ανατροφή του βασισμένη σε έννοιες όπως αμαρτία, εξομολόγηση, τιμωρία, συγχώρεση έγινε με αυστηρότητα και σε πολύ θρησκευτικά πλαίσια. 
"Σε όλα αυτά ενυπήρχε μια λογική την οποία αποδεχόμασταν και νομίζαμε ότι καταλαβαίναμε. 
Πιθανώς αυτή η κατάσταση να συνετέλεσε και στην άνευ αντιρρήσεων αποδοχή του ναζισμού. 
Ποτέ δεν είχαμε ακούσει τη λέξη ελευθερία και, σίγουρα, δεν την είχαμε γευτεί ποτέ"  θα πει αργότερα 
και θα συμπληρώσει "Πορεύτηκα σαν πτυχιούχος ψεύτης", υιοθετώντας ένα προσωπείο, 
"που ελάχιστη σχέση είχε με τον πραγματικό μου εαυτό".
Με τη παιδεία του εξασφαλίζει πρόσβαση στη μουσική και στο θέατρο. 
Στη Στοκχόλμη –δεκαεννέα χρονών- ενώ σπουδάζει Λογοτεχνία και Ιστορία της Τέχνης, 
αρχίζει να ασχολείται με το θέατρο. 
Εγκαταλείπει το πανεπιστήμιο και διακόπτει τις σχέσεις του με την οικογένεια του.

Γράφει αρχικά θεατρικά έργα και εξελίσσεται σε σημαντικό θεατρικό σκηνοθέτη με τις πρωτοπόρες ιδέες του.
Η πρώτη του ταινία ('Κρίση" του 1946) γνώρισε παταγώδη εμπορική αποτυχία. Μέχρι το 1950 όλες του οι ταινίες είναι πολύ επηρεασμένες από τη θεατρική πρακτική και έδινε μεγάλη έμφαση στο εικαστικό ασπρόμαυρο.
Ουσιαστικά η πρώτη του ολοκληρωμένη καλή ταινία  είναι τα "Καλοκαιρινά παιχνίδια" (1951) για να ακολουθήσουν στη δεκαετία αυτή τα "Μυστικά γυναικών". Η "Έβδομη σφραγίδα" οι "Αγριοφράουλες" και η "Πηγή των παρθένων" ταινίες που μεγαλώνουν τη φήμη του.
Στη δεκαετία του 1960 στρέφεται σε πιο αυστηρές και εσωτερικές ταινίες. "Μέσα στο καθρέπτη","Χειμερινό φως" και "Η σιωπή" είναι η τριλογία του πάνω στη θεολογία και τη θρησκεία.Σ΄αυτή τη δεκαετία δημιουργεί την "Persona", που ενθουσίασε τους κριτικούς (κυρίως) και κοινό.
Η δεκαετία του 1970 σημαδεύεται από τις ταινίες "Κραυγές και Ψίθυροι" (κυρίως)  και "Σκηνές από ένα γάμο".

Εγκαταλείπει τη Σουηδία μετά από μια μεγάλη περιπέτεια με την εφορία και μετακινείται στη Γερμανία. Εκεί γύρισε το "Αυγό του φιδιού" (1977) με θέμα την άνοδο του ναζισμού στη Βαϊμάρη. Η περιπέτεια του με την Σουηδική εφορία του στοίχισε την ψυχική του υγεία και νοσηλεύτηκε για τρεις μήνες σε ψυχιατρική κλινική. Δικαιώθηκε στα δικαστήρια και επέστρεψε στη Σουηδία. Δημιουργεί τις ταινίες  "Φθινοπωρινή σονάτα","Από τη ζωή των μαριονετών" και την αυτοβιογραφική "Φάνυ και Αλέξανδρος" που του χάρισε άλλο ένα Όσκαρ.

Στη  θεματολογία του περιλαμβάνονται : Το μεταφυσικό,η "αναζήτηση" του Θεού,η σύγκρουση καλού και κακού,το νόημα της ύπαρξης, η αδυναμία επικοινωνίας των ανθρώπων,το αδιέξοδο των σχέσεων,η καθημερινότητα της ζωής και οι σχέσεις των δύο φύλων. Η παιδική του ηλικία είναι έντονα παρούσα σε όλο το έργο του. Δημιούργησε ταινίες με πλοκή ("Το αυγό του φιδιού","Φάνυ και Αλέξανδρος")  αλλά και ταινίες με ονειρική και φανταστική πλοκή ("Κραυγές και ψίθυροι","Η σιωπή"). Πάντα προτιμούσε το ασπρόμαυρο από το χρώμα γιατί έλεγε ότι "έτσι καλείς τους θεατές να δούνε τα χρώματα. Το χρώμα αφαιρεί κάτι".

Σημαντικότατος συνεργάτης του και παράγοντας της επιτυχίας των ταινιών του, ήταν ο διευθυντής φωτογραφίας των περισσότερων ταινιών του, ο Sven Nykvist  για τον οποίο είχε πει : "Εγώ δεν μπορώ να κάνω ταινία χωρίς τον Sven, ενώ εκείνος μπορεί χωρίς εμένα."
Έτρεφε μεγάλο σεβασμό και θαυμασμό για τον Tarkovsky τον οποίο χαρακτήριζε,μεταξύ άλλων, ως  το  "μεγαλύτερο όλων μας.Κινείται στο χώρο των ονείρων με τρόπο φανερό,χωρίς να εξηγεί οτιδήποτε. Είναι ένας οραματιστής... είναι για μένα ο πιο σπουδαίος....".

Έγραφε τους περισσότερους ρόλους έχοντας στο μυαλό του συγκεκριμένους ηθοποιούς. Δενόταν άρρηκτα μαζί τους.
 Με τις γυναίκες  ηθοποιούς πολύ συχνά και ερωτικά. Παντρεύτηκε πέντε φορές και  απέκτησε εννέα παιδιά.

Τα τελευταία χρόνια της ζωής του τα πέρασε στο νησάκι Φόρε,στο σπίτι του, και έβλεπε μόνο όσους ανθρώπους χρειαζόταν για τη δουλειά του. Εργαζόταν μέχρι το τέλος της ζωής του.

"Persona", η ταινία :

Στην αρχή (και στο τέλος της ταινίας)  η οθόνη είναι μαύρη. Στη συνέχεια, πολύ αργά, μια περιοχή με σκούρο γκρι μετατρέπεται σε αστραφτερό λευκό. Αυτό είναι το φως που προβάλλεται μέσω του φιλμ στην οθόνη, την πρώτη βασική αρχή των ταινιών. 

Στη συνέχεια ο ρυθμός ανεβαίνει. Υπάρχει ένα τρεμούλιασμα.Υπάρχουν κομμάτια φιλμ. Και το αρνητικό. Εικόνες σκόρπιες από ταινίες, που κόβονται στη μέση.Υπάρχει και μια ανατριχιαστική μουσική. 
Όλα αυτά χρειάζονται αρκετά λεπτά, πριν εμφανιστούν τελικά στην οθόνη οι τίτλοι για τη "Persona".
Ο Bergman προφανώς σκοπεύει να ξεκινήσει η ταινία του με την εφεύρεση της "κινούμενης εικόνας" και στη συνέχεια να κάνει το δρόμο της προς τα εμπρός μέχρι την παρούσα στιγμή. 
Ο αρχικός τίτλος της ταινίας ήταν "κινηματογράφος".
Ο ίδιος καθιερώνει τη "Persona" ως ένα οριστικό επεισόδιο στην ιστορία των ταινιών. 

Η υπόθεση : Η ηθοποιός Ελίζαμπεθ Βόγκλερ, παντρεμένη και με ένα μικρό γιο, καταρρέει κατά τη διάρκεια μιας παράστασης της Ηλέκτρας. Στη συνέχεια καταφεύγει στη σιωπή και την απομόνωση από τον υπόλοιπο κόσμο. Η νοσοκόμα που την περιποιείται, η Άλμα, τη συνοδεύει στο παραθαλάσσιο σπίτι της γιατρού της, για να βελτιωθούν οι συνθήκες ανάρρωσης της.
Η Άλμα προσπαθεί συνεχώς να διαλευκάνει ποιος είναι ο λόγος που η Ελίζαμπεθ έχει επιλέξει τη σιωπή (η οποία μετατρέπεται σιγά σιγά σε κατατονία) μιας και πιστεύει ότι διαθέτει ένα είδος «εσωτερικής δύναμης» που την έχει ωθήσει σε τούτη της την επιλογή.
Παρότι εντελώς αντίθετοι χαρακτήρες μια περίεργη όσμωση θα δημιουργηθεί ανάμεσα στις δύο γυναίκες. Επειδή ο γιατρός που παρακολουθούσε την Ελίζαμπεθ έχει απαγορεύσει τις επισκέψεις, η Άλμα μιλάει συνεχώς στην Ελίζαμπεθ προσπαθώντας να της εκμαιεύσει λεπτομέρειες της ζωής της. Οι μέρες περνούν και η Άλμα προκειμένου να κάνει την Ελίζαμπεθ να αντιδράσει, της μιλάει διαρκώς, χωρίς ποτέ να λαμβάνει απάντηση και σύντομα θα αρχίσει να της εξομολογείται όλα της τα μυστικά της και τις πιο μύχιες σκέψεις της.
Σ’ αυτό το διάστημα της συγκατοίκησης και της απομόνωσης, ανάμεσα στις δυο γυναίκες που μοιάζουν πολύ στην εξωτερική εμφάνιση, αναπτύσσεται μια παράξενη σχέση η οποία οδηγεί σταδιακά και με έναν παράξενο τρόπο, στην συγχώνευση των προσωπικοτήτων τους, της μίας μέσα στην άλλη…

Η κορύφωση της ταινίας είναι η σκηνή που τα δύο μισά των προσώπων τους ενώνονται σε ένα.
Ο Bergman  για αυτή τη σκηνή είπε ¨: "Όλοι μας έχουμε το μισό του προσώπου μας πιο κολακευτικό από το άλλο μισό και διάλεξα να ενώσω τα δυο μη κολακευτικά μισά των ηθοποιών μου".

Ο θεατής στο τέλος δεν θα μάθει ποτέ αν η Ελίζαμπεθ πήγε στο δωμάτιο της Άλμα ή αν ο άνδρας της Ελίζαμπεθ -υπό το βλέμμα της- συνευρέθηκε πραγματικά με την Άλμα και δεν το φαντάστηκε...

Η «Persona» (στην Ελλάδα έχει παιχθεί και ως «Έρωτας χωρίς φραγμούς») κρίνεται ως άκρως μινιμαλιστική, πλην αριστουργηματική, ταινία, με την εμφάνιση μόνο πέντε ηθοποιών από τους οποίους η Bibi Andersson  και η Liv Ullmann είναι οι μόνες που εμφανίζονται για περισσότερο από ένα λεπτό μπροστά στην κάμερα. Ο χαρακτήρας της Liv Ullmann εκστομίζει μόνο τη λέξη "τίποτα" σε όλη την διάρκεια της ταινίας, σε αντίθεση με την Bibi Andersson, η οποία μιλάει ακατάπαυστα. Μάλιστα, μεταξύ των άλλων έχει δύο εξαιρετικούς μονολόγους: αυτόν που περιγράφει το ερωτικό όργιο με τους αγνώστους στην παραλία και αυτόν που αναφέρεται στο μωρό της Ελίζαμπεθ...

Τη ταινία εμπνεύστηκε καθηλωμένος  σε κρεββάτι νοσοκομείου και υποχρεωμένος -με εντολή γιατρού- να βλέπει ένα σημείο στο ταβάνι.Οι αδιόρατες-λόγω του ιλίγγου που τον βασάνιζε-  κινήσεις,μορφές και χειρονομίες των νοσοκόμων γέννησαν στο μυαλό του την ταινία.
"'Η ταινία αυτή μου έσωσε τη ζωή. Και αποτελεί τα όρια στα οποία θα μπορούσε να φτάσει η διάνοιά μου..", θα πει.

Στην ταινία κάνει την πρώτη της εμφάνιση σε ταινία του Bergman η Liv Ullmann.

Η φωτογραφία του Sven Nykvist είναι εκπληκτική και παίζει σημαντικότατο ρόλο στη ταινία (έντονη αντίθεση άσπρου-μαύρου, θαυμάσιες γωνίες λήψης, με μακρινά αλλά και πολύ κοντινά πλάνα πάνω στα πρόσωπα των δύο πανέμορφων πρωταγωνιστριών).

Το 1967 η «Persona» είχε επιλεγεί από την Σουηδική Ακαδημία Κινηματογράφου για να εκπροσωπήσει την χώρα στην κατηγορία Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας στο διαγωνισμό των Όσκαρ, αλλά η υποψηφιότητά της δεν έγινε δεκτή. 
(Μέχρι και το 2004 στην Αμερική κυκλοφορούσε μια λογοκριμένη έκδοση της ταινίας στην οποία είχε περικοπεί η σκηνή με το πέος και κάποια κομμάτια από τον μονόλογο της Anderson που αναφέρονταν, στο ερωτικό όργιο και στην άμβλωση του παιδιού…).
Η ταινία σήμερα θεωρείται από τους κριτικούς ένα από τα σημαντικότερα αριστουργήματα του 20ου αιώνα στον χώρο της 7ης τέχνης και βρίσκεται σε αρκετές λίστες με τις καλύτερες δημιουργίες όλων των εποχών.

Το 2010, βρέθηκε στη θέση Νο71 του Empire Magazine, στη λίστα με τις 100 καλύτερες ταινίες του παγκόσμιου κινηματογράφου, ενώ στην αντίστοιχη λίστα του Sight & Sound, βρίσκεται στην θέση Νο13.

Το  περιοδικό ΣΙΝΕΜΑ (τεύχος 200) συμπεριέλαβε την "Persona" στην έβδομη θέση των 20 καλύτερων ταινιών που έγιναν ποτέ. 

"Η οθόνη οδηγείται σε ανάφλεξη" γράφει....

(πηγές :
-Πλάτων Ριβέλλης "Η φανερή γοητεία και η κρυφή συγκίνηση του κινηματογράφου- Δώδεκα σκηνοθέτες και το έργο τους" (2008) Εκδόσεις "Φωτοχώρος".
-rogerebert.com
-camerastyloonline.wordpress
-cinemagazine.gr
-gazzetta.gr
-YouTube)





Top